Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2013

«Εταιρεία των Εποχών» («Société des Saisons», SDS)

Γαλλική μυστική, δημοκρατική, επαναστατική οργάνωση της δεκαετίας του 1830 (1837 – 1839) με έντονα στοιχεία Ιακωβινισμού και Καρμποναρισμού, διάδοχος των προγενεστέρων οργανώσεων «Εταιρεία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη» («Société des Droits de l’ Homme et du Citoyen», 1832 – 1834), «Εταιρεία της Δράσης» («Société d’Action», 1833 – 1834) και «Εταιρεία των Οικογενειών» («Societe des Familles», SDF, 1834 – 1837). «Εταιρεία των Εποχών» («Société des Saisons», SDS).


Γαλλική μυστική, δημοκρατική, επαναστατική οργάνωση της δεκαετίας του 1830 (1837 – 1839) με έντονα στοιχεία Ιακωβινισμού και Καρμποναρισμού, διάδοχος των προγενεστέρων οργανώσεων «Εταιρεία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη» («Société des Droits de l’ Homme et du Citoyen», 1832 – 1834), «Εταιρεία της Δράσης» («Société d’Action», 1833 – 1834) και «Εταιρεία των Οικογενειών» («Societe des Familles», SDF, 1834 – 1837).

Του ΒΛΑΣΗ ΡΑΣΣΙΑ

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ

Η «Εταιρεία των Εποχών» ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 1837 από τους Ωγκύστ Μπλανκί (Louis Auguste Blanqui, 1805 – 1881) και Αρμάν Μπαρμπέ (Sigismond Auguste Armand Barbes, 1809 – 1870), παλαιούς γνώριμους από την προγενέστερη μυστική δημοκρατική οργάνωση «Φίλοι του Λαού» («Amis du Peuple») του Φίλιππου Μπουοναρρότι (Philippe Buonarroti, 1761 – 1837) και την εξ αυτής ιακωβινική «Εταιρεία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη» («Société des Droits de l’ Homme et du Citoyen»), των «ροβεσπιεριστών» Ναπολέοντα Λεμπόν (Napoléon Lebon) και Αλμπέρ Λαπονεραί (Albert Laponneraye, 1808 – 1849). Την τελευταία, που από τον Οκτώβριο του 1833 είχε δύο έδρες, μία στο Παρίσι και μία στην Λυών και 27 μέλη της είχαν δικαστεί στις 11 – 12 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς, διέλυσε τελικά την άνοιξη του 1834 η αστυνομία του «βασιλιά – πολίτη» Λουδοβίκου Φιλίππου (1830 – 1848) μετά από διαδηλώσεις της στο Παρίσι και την Λυών που κτυπήθηκαν με τρομερή βία και άφησαν εκατοντάδες νεκρούς, ιδίως στις παρισινές οδούς Beaubourg και Transnonain.

Οι ίδιοι περίπου άνθρωποι είχαν ιδρύσει το 1833 μία ακόμη μυστική οργάνωση, την καρμποναρική «Εταιρεία της Δράσης» («Société d’Action», με επικεφαλής τον εύπορο πρώην λοχαγό ιππικού Theophile – Joachim – Rene Guillard de Kersausie, 1798 – 1874 και τον Arthur – Jacques Beaumont), που τον Ιούλιο του 1834, μετά την ολοκλήρωση της καταστολής της «Εταιρείας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη» μεταμορφώθηκε στην «Εταιρεία των Οικογενειών» («Societe des Familles», SDF, με επικεφαλής τον Louis Hadot – Desages, 1803 – 1843), η οποία όμως ελάχιστα μπόρεσε να δράσει, καθώς βρέθηκε στην δίνη αλλεπάλληλων κατασταλτικών επιχειρήσεων του καθεστώτος ενάντια στους κύκλους των επαναστατών.

Στις 5 Μαϊου 1835 απαγγέλθηκαν κατηγορίες σε 164 άτομα για συμμετοχή στην εξέγερση του Απριλίου 1834, τα περισσότερα από τα οποία καταδικάστηκαν σε τέσσερις διαφορετικές δίκες, στις 13 Αυγούστου 1835 (με 72 καταδίκες λυωνέζων επαναστατών), στις 7 και 28 Δεκεμβρίου 1835 (με 25 καταδίκες επαναστατών από τις πόλεις Lunéville, Saint-Étienne, Grenoble, Marseille, Arbois and Besancon) και, τελικά, στις 22 και 23 Ιανουαρίου 1836. Στην τελευταία δίκη καταδικάστηκαν 40 ακόμη παριζιάνοι επαναστάτες της «Εταιρείας της Δράσης» και της «Εταιρείας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη». Ο ιδρυτής της δεύτερης Λεμπόν, οι αρχηγοί της πρώτης Guillard de Kersausie και Arthur – Jacques Beaumont, καθώς και οι Godefroy Gavaignac, Camille – Louis Barryer – Fontaine, Jean – Jacques Vignerte, Joseph – Auguste Guinard, Francois Delente, Charles de Ludre και Armand Marrast, όλοι τους μέλη της Κεντρικής Επιτροπής της δεύτερης οργάνωσης, καταδικάστηκαν σε ισόβια εξορία, ενώ τα απλά μέλη Paul – Jean Fouet, Charles – Pierre Granger, Joseph Villain και Louis Boura σε 15ετή φυλάκιση, οι Victor Crevat και Nicolas – Augustin Pruvost σε 10ετή φυλάκιση, οι Felix – Antoine – Amedee Mathe, Louis – Pierre- Edouard Lenormand, Francois Landolphe, Alexandre Yvon, Louis Aubert, Pierre Pichonnier, Laurent – Napoleon Gueroult και Adolphe Soulliard σε 6ετή φυλάκιση, οι Louis – Desire Herbert, Jacques – Robert- Frederic Chilman, Bernard Pornin, Adonis – Philippe Rosieres, Marie – Francois Poirotte, Hubert – Hippolyte Tassin, Jacques – Francois – Alphonse Fournier και Jean – Baptiste – Francois – Xavier Sauriac σε 4ετή και οι υπόλοιποι σε μικρότερες ποινές. Προηγουμένως, στις 4 Ιουνίου 1835, είχαν καταδικαστεί ο Ulysse Trélat (1795 – 1879) σε τριετή φυλάκιση και σε μικρότερη ποινή ο Michel de Bourges (1797 – 1853), για ένα κείμενο συμπαράστασης στους συλληφθέντες που κατέληγε με την φράση «η αθλιότητα του δικαστή κάνει το μεγαλείο του κατηγορουμένου» («L’infamie du juge fait la gloire de l’accusé»).

ΙΔΡΥΣΗ

Ο Αρμάν Μπαρμπέ σε γαλλικό γραμματόσημο του 1948

Οι Μπλανκί και Μπαρμπέ, εκ των οποίων ο δεύτερος είχε ιδρύσει το 1835 την βαχύβια «Εταιρεία των Εκδικητών» («Société des Vengeurs»), συνελήφθησαν στις 11 Μαρτίου 1836 και καταδικάστηκαν τον Αύγουστο σε φυλάκιση 2 ετών ως ένοχοι συμμετοχής σε παράνομη οργάνωση και κατασκευής όπλων και εκρηκτικών, ενώ η «Εταιρεία των Οικογενειών» είχε τώρα μετονομαστεί προσωρινά από τα εναπομείναντα μέλη της, για λόγους απόκρυψης, σε «Ομαδοποιήσεις» («Pelotons»).

Όταν όμως αποφυλακίστηκαν την επόμενη χρονιά, με την αμνηστία της 7ης Μαϊου 1837, οι Μπλανκί και Μπαρμπέ ίδρυσαν τον Ιούνιο την νέα διάδοχο μυστική οργάνωση «Εταιρεία των Εποχών» («Société des Saisons», SDS), ενώ άλλοι σύντροφοί τους από την «Εταιρεία των Οικογενειών» (o καρμπονάρος Mathieu d’ Epinal και οι Bernard Pornin και Stanilas Vilcocq) είχαν ιδρύσει την δική τους πιο ακραία οργάνωση «Δημοκρατικές Φάλαγγες» («Phalanges Démocratiques», PD), στο πρόγραμμα της οποίας περιλαμβανόταν πιο ακραία αιτήματα όπως η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και της οικογένειας, η δωρεάν εκπαίδευση όλου του λαού και η καταστροφή όλων των ειδών πολυτελείας.

Παρά την απαγόρευση κάθε αντιπολιτευτικής εφημερίδας από τον νόμο της 9ης Σεπτεμβρίου 1835, που καθιστούσε έγκλημα ακόμα και το ν’ αυτο-αποκαλείται κάποιος «δημοκράτης», οι δύο οργανώσεις εξέδωσαν τις εφημερίδες «Moniteur républicain» (από τον Νοέμβριο 1837 έως τον Ιούλιο 1838, με την δημοκρατική μάλιστα χρονολόγηση και ονομασία των μηνών) και «L’Homme libre» (από τον Αύγουστο έως τον Σεπτέμβριο του 1838).

ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Οι οργανώσεις «Εταιρεία των Οικογενειών» και «Εταιρεία των Εποχών» υιοθετούσαν τις πολιτικές επιλογές των «ροβεσπιεριστών» της περιόδου 1793 – 1794, κυρίως τον πόλεμό τους προς τους λεγόμενους «μετριοπαθείς», ασπάζονταν την ανάγκη για επαναστατική κυβέρνηση μετά την νίκη της επανάστασης και επίσης έδιναν προτεραιότητα την άμεση δράση απέναντι στην απλή προπαγάνδα. Αυτά τα χαρακτηριστικά τους, κράτησαν μακριά προγενέστερους ομοϊδεάτες που τώρα φαίνονταν μετριοπαθείς, σχεδόν «Γιρονδίνοι», όπως λ.χ. ο καρμπονάρος και πρόεδρος της «Εταιρείας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη» Ρασπάϊγ (Francois – Vincent Raspail, 1794 – 1878), που μάλιστα κατά την περίοδο 1834 – 1835 εξέδωσε και την ρεφορμιστική εφημερίδα «Le Réformateur» (το πρώτο τεύχος εκδόθηκε στις 8 Οκτωβρίου 1834, δύο μήνες μετά την ίδρυση της «Εταιρείας των Οικογενειών»).

ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΔΟΜΗ

Ο Ωγκύστ Μπλανκί σε γαλλικό γραμματόσημο του 1948

Η οργανωτική δομή των δύο οργανώσεων ακολουθούσε τα πρότυπα της γαλλικής Καρμποναρίας, της λεγόμενης «Σαρμπονερί» («Charbonnerie», περ. 1815 – περ. 1830), και αργότερα έγινε με την σειρά της το πρότυπο για τις επαναστατικές οργανώσεις των οπαδών του Μπλανκί («μπλανκιστών») μέχρι τουλάχιστον την «Κομμούνα του Παρισιού» (1871).

Για λόγους ασφαλείας, οι οργανώσεις διέπονταν από αυστηρή ιεράρχηση ρόλων, λ.χ. στην «Εταιρεία των Εποχών» τα μέλη αποτελούσαν ανά 7 μία χωριστή μονάδα, την «εβδομάδα», στην οποία οι 6 ακολουθούσαν τις εντολές του εβδόμου που ονομαζόταν «Κυριακή». Ανά τέσσερις τέτοιες ομάδες συγκροτούσαν μια δευτεροβάθμια μονάδα, τον «μήνα», με δύο αρχηγούς που ονομάζονταν «Ιούλιος» και «Δεκέμβριος», ενώ ανά τρεις «μήνες» συγκροτούσαν μία τριτοβάθμια μονάδα, την «εποχή», της οποίας οι αρχηγοί αναφέρονταν απευθείας στο τριμελές Συμβούλιο που αποτελούσε την ανώτατη αρχή της οργάνωσης (Μπλανκί, Μπαρμπέ και Μαρτίν Μπερνάρ – Martin Bernard, τον οποίο ο Λουϊ Μπλαν περιέγραψε ως «δυνατό διανοητή και θαρραλέο σαν Σπαρτιάτη»).

ΜΥΗΣΗ

Φημολογείται ότι μέχρι τις αρχές του 1839 η «Εταιρεία των Εποχών» είχε ήδη φθάσει τα 1.500 περίπου μέλη, αν και τα γεγονότα του Μαϊου της ίδιας χρονιάς αποδεικνύουν ιστορικά ότι, τουλάχιστον την ώρα της πράξης, τα μέλη δεν ξεπερνούσαν τα χίλια. Το τυπικό της μύησης στην οργάνωση έχει πάντως διασωθεί («Textes Choisis», 1971).

Το νέο μέλος παρουσιαζόταν με δεμένα τα μάτια στον πρόεδρο, δεχόταν αρχικά ερωτήσεις για το όνομά του, την ηλικία του, το επάγγελμά του και την ιδιαίτερη πατρίδα του, καθώς και για το εάν ήταν σίγουρος για το βήμα που έπαιρνε και για το ότι οι προδότες τιμωρούντο με θάνατο για την προδοσία.

Ακολουθούσε ο όρκος για σιωπή και μετά 7 πολιτικές ερωτήσεις, στις οποίες ο μυούμενος απαντούσε:

«οι βασιλιάδες είναι επικίνδυνοι για την ανθρωπότητα, όπως και οι τίγρεις για τα άλλα ζώα», «η αριστοκρατία από καταγωγή καταργήθηκε τον Ιούλιο του 1830, όμως αντικαταστάθηκε από την αριστοκρατία του χρήματος, που είναι σε όλα το ίδιο τερατώδης όσο η προηγούμενη», «όλοι οι αριστοκράτες πρέπει να ανατραπούν και όλα τα προνόμια να καταργηθούν», «όλα αυτά θα αντικατασταθούν από την κυβέρνηση του λαού για τον λαό, δηλαδή από την Δημοκρατία», «όσοι έχουν δικαιώματα δίχως να έχουν και υποχρεώσεις δεν δικαιούνται να είναι μέρος του λαού, είναι για την κοινωνία ότι ο καρκίνος για το ανθρώπινο σώμα, το πρώτο βήμα για μια δίκαιη κοινωνία είναι η εξαφάνιση της αριστοκρατίας», «καθώς η κοινωνία έχει γαγγραινιάζει, χρειάζονται ηρωϊκές θεραπείες για να θεραπευτεί, για ένα διάστημα ο λαός θα χρειαστεί μία επαναστατική ηγεσία», «ιδανικά μας είναι η εξολόθρευση κάθε μορφής αριστοκρατίας και η αντίκατάστασή της από την Δημοκρατία, δηλαδή από την κυβέρνηση των ίσων, μέσα όμως από την χρήση μιας επαναστατικής ηγεσίας που θα δείξει στον λαό πώς να εξασκεί τα δικαιώματά του».

Ακούγοντας τις 7 απαντήσεις, ο πρόεδρος προειδοποιούσε ξανά τον μυούμενο για τους κινδύνους που διέτρεχε όποιος εξέφραζε τέτοιες απόψεις:

«πολίτη, τα ιδανικά που μόλις ανέπτυξες είναι τα μόνα σωστά… όμως η υλοποίησή τους δεν είναι εύκολη. Οι εχθροί μας είναι πολυάριθμοι και πανίσχυροι και έχουν στα χέρια τους όλες τις δυνάμεις της κοινωνίας, ενώ αντίθετα εμείς οι δημοκράτες δεν έχουμε παρά μόνο το κουράγιο μας και την δύναμη της πειθούς. Έχεις ακόμα χρόνο, σκέψου όλους τους κινδύνους, στους οποίους εκθέτεις τον εαυτό σου με την προσχώρησή σου σε εμάς: κινδυνεύεις να χάσεις την περιουσία σου, να στερηθείς την ελευθερία σου, μπορεί ακόμα και να χάσεις την ζωή σου. Είσαι πραγματικά αποφασισμένος να αντιμετωπίσεις αυτούς τους κινδύνους;»

Απαντώντας καταφατικά, ο μυούμενος έπαιρνε στην συνέχεια τον ακόλουθο όρκο:

«εν ονόματι της Δημοκρατίας, ορκίζομαι αιώνιο μίσος προς όλους τους βασιλιάδες, προς όλους τους αριστοκράτες, προς όλους τους καταπιεστές της ανθρωπότητας. Ορκίζομαι απόλυτη αφοσίωση στην λαϊκή υπόθεση, αδελφοσύνη προς όλους τους ανθρώπους, εξαιρουμένων μόνον των καταπιεστών. Ορκίζομαι να τιμωρώ τους προδότες και εάν χρειαστεί η θυσία μου για να κερδίσει ο λαός ελευθερία και ισονομία, να προσφέρω στον αγώνα αυτόν την ζωή μου, να ανεβώ άφοβος στο ικρίωμα. Αν παραβώ αυτόν τον όρκο, δέχομαι να τιμωρηθώ με τον θάνατο από μαχαίρι που ταιριάζει στους προδότες, εάν μαρτυρήσω έστω και το ελάχιστο από τα μυστικά μας σε μη μέλος της οργάνωσης, ακόμα και συγγενή μου, δέχομαι να καταδικαστώ ως προδότης».

Η ΑΠΟΤΥΧΗΜΕΝΗ ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ 1839

Την Κυριακή 12 Μαϊου 1839, τα μέλη της «Εταιρείας», σε συνεργασία με τους Γερμανούς «νέο-μπαμπουβιστές» («néo-babouvistes», οπαδούς του Γράκχου Μπαμπέφ) της οργάνωσης «Λίγκα των Ίσων», ηγήθηκαν μίας καλοσχεδιασμένης ένοπλης εξέγερσης στο Παρίσι κατά του Λουδοβίκου, σύμφωνα με την μεθοδολογία της αιφνιδιαστικής επίθεσης του Μπλανκί: οι προκηρύξεις προς τον λαό, τις οποίες είχαν συντάξει οι Μπαρμπέ και Μπερνάρ, είχαν ήδη τυπωθεί, τα δημόσια κτίρια και οι γέφυρες που θα καταλαμβάνονταν, καθώς και τα σημεία που θα στήνονταν οδοφράγματα είχαν προκαθοριστεί, καθώς και τα πρόσωπα που θα επάνδρωναν το κάθε σημείο, συνολικά χίλιοι ένοπλοι που είχαν ειδοποιηθεί για τις λεπτομέρειες την παραμονή της εξέγερσης.

Χωρισμένοι σε δύο διαφορετικά σώματα, το ένα υπό τον Μπερνάρ και το άλλο υπό τον Μπαρμπέ, οι επαναστάτες ξεχύθηκαν στις 3.30 το πρωϊ στους δρόμους του Παρισιού, φωνάζοντας «στα όπλα!».

Οι ένοπλοι του Μπαρμπέ διέσχισαν την γέφυρα της «Νοτρ Νταμ» (Notre-Dame) και επετέθησαν στο «Μέγαρο της Δικαιοσύνης» («Palais de Justice»), όπου σκοτώθηκε από ξαφνικό πυροβολισμό ο υπολοχαγός της φρουράς Drouineau την ώρα που δήλωνε στον Μπαρμπέ ότι δεν παραδίνεται. Η εξέγερση όμως δεν κατόρθωσε να καταλάβει άλλα κτίρια πέραν του Δημαρχείου («Hοtel de Ville») και του «Μεγάρου της Δικαιοσύνης», με αποτέλεσμα την επόμενη ημέρα να έχει πλήρως κατασταλεί.

750 επαναστάτες, από τους οποίους οι 60 ήσαν τραυματίες, οδηγήθηκαν στις φυλακές και 77 έχασαν την ζωή τους, ενώ από την κυβερνητική πλευρά μετρήθηκαν 28 νεκροί και 62 τραυματίες. Ανάμεσα στους 60 τραυματίες φυλακισμένους ήταν και ο Μπαρμπέ.

Η ΔΙΚΗ ΤΩΝ 19

Στην πολυήμερη δίκη των 19 επαναστατών που οι αρχές θεωρούσαν ως πρωταίτιους, η οποία διήρκεσε από τις 11 Ιουνίου έως τις 12 Ιουλίου 1839, ο Μπαρμπέ, που ανάμεσα σε άλλα κατηγορείτο επίσης και για τον θάνατο του Drouineau, επέδειξε μία μνημειώδη επαναστατική γενναιότητα, αρνήθηκε σύμφωνα με το «καρμποναρικό» έθος να απολογηθεί (όπως και ο Μπερνάρ) και πήρε επάνω του αποκλειστικά όλη την ευθύνη για την εξέγερση, παρ’ όλο μάλιστα που ο επαναστάτης ο οποίος είχε πυροβολήσει τον υπολοχαγό είχε σκοτωθεί την ίδια ημέρα, ο Μπαρμπέ αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει «το όνομα ενός νεκρού» για να γλιτώσει τον εαυτό του:

«οι κρατούμενοι που δικάζετε, δεν ήξεραν τίποτε για το σχέδιό μου να κτυπήσουμε την κυβέρνησή σας. Κλήθηκαν δίχως να γνωρίζουν για ποιόν ακριβώς λόγο τους είχα καλέσει, ίσως να νόμιζαν ότι επρόκειτο για κάποια ενημερωτική συγκέντρωση… συνεπώς, αυτοί οι πολίτες απλώς με ακολούθησαν, παρασυρμένοι από ηθική βία που τους άσκησα για να υπακούσουν τις διαταγές μου. Εγώ που το γνωρίζω, σας λέω ότι είναι αθώοι! …Σας δηλώνω ότι ήμουν ο αρχηγός, ότι το σύνθημα για την επίθεση δόθηκε από εμένα που επίσης την είχα σχεδιάσει και οργανώσει, σας δηλώνω ότι έλαβα μέρος σε αυτήν και ότι επίσης πολέμησα κατά των στρατιωτών σας».

ΕΞΟΝΤΩΤΙΚΕΣ ΚΑΤΑΔΙΚΕΣ

Μετά από αυτά, οι Μπαρμπέ και Μπλανκί (που είχε διαφύγει και δικαζόταν ερήμην, αλλά πιάστηκε αργότερα, στις 14 Οκτωβρίου) καταδικάστηκαν στις 12 Ιουλίου σε θάνατο, ως αρχηγοί της εξέγερσης. Ο Μπερνάρ (που και αυτός είχε αρχικά διαφύγει, αλλά είχε πιαστεί στις 21 Ιουνίου) καταδικάστηκε σε ισόβια εκτόπιση, ο Mialon σε ισόβια καταναγκαστικά έργα, οι Delsade και Austen σε 15 χρόνια φυλάκιση, οι Nourgues και Philibert σε 6 χρόνια φυλάκιση, οι Roudil, Guilbert, Martin, Longuet και Lemiere σε 5 χρόνια φυλάκιση και οι Walsh και Pierne σε 2 χρόνια φυλάκιση, ενώ αθωώθηκαν (κυρίως χάρη στην δήλωση του Μπαρμπέ) οι Bonnet, Lesdazzie, Dugas και Gregoire.

Τα νέα των δύο θανατικών καταδικών συγκλόνισαν τον παρισινό λαό, ιδίως την νεολαία και προκάλεσαν μία μεγάλη διαδήλωση 3.000 νέων που ζητούσαν την άμεση κατάργηση της θανατικής ποινής για πολιτικά αδικήματα. Η θανατική ποινή των Μπαρμπέ – Μπλανκί μετατράπηκε τελικά, μετά από αλλεπάλληλες εκκλήσεις του Ουγκώ (Victor Hugo, 1802 – 1885), του Λαμαρτίνου (Alphonse Marie Louis de Prat de Lamartine, 1790 – 1869) και άλλων διανοουμένων στον βασιλιά, σε ισόβια κάθειρξη στην τρομερή φυλακή «Mont-Saint-Michel». Έμειναν και οι δύο φυλακισμένοι εκεί μέχρι το 1848 και οι άθλιες συνθήκες της κράτησής τους, τους υπέσκαψαν σοβαρά την υγεία.

Χαρακτηριστικό είναι μάλιστα ότι ενώ τον Αύγουστο του 1844 ο Λουδοβίκος Φίλιππος χορήγησε αμνηστία στους πολιτικούς κρατούμενους, εξαιρέθηκαν από αυτήν οι Μπαρμπέ, Μπλανκί, Μπερνάρ και 32 ακόμη «σκληροπυρηνικοί» επαναστάτες.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Samuel Bernstein, «Auguste Blanqui and the art of insurrection», London, 1971
Auguste Blanqui, «Textes Choisis, avec preface at notes par V.P. Volguine», Paris, 1971
Paul E. Corcoran, ed., «Before Marx: socialism and communism in France, 1830 – 1848», London, 1983
Auguste Fabre, «La Révolution de 1830 et le véritable parti républicain», Paris, 1833
Jane Gilmore, «La République clandestine 1818 – 1848», Paris, 1997
Raymond William Postgate, «Revolution from 1789 to 1906», Boston και New York, 1920
Georges Sencier, «Le Babouvisme apres Babeuf», Geneve, 1977
Neil Stewart, «Blanqui», εκδόσεις «Victor Gollancz», London, 1939

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου